Χάρτης Φωκίδας (Ιούνιος 1787) |
Το χωριό Καστέλλια, στον νομό Φωκίδος, βρίσκεται στο κέντρο του χώρου της Αρχαίας Δωρίδος.
Στην αρχή η περιοχή αυτή κατοικήθηκε από τα φύλα των Δρυόπων και των Πελασγών.
Με την κάθοδο όμως των Δωριέων (1148 ΠΧ περίπου), τα φύλα αυτά εκτοπίσθηκαν και οι κατερχόμενοι Δωριείς με όπλο τους το σίδερο, ίδρυσαν στο χώρο αυτό το Κοινό των Δωριέων, την Δωρική Τετράπολη, μία σφήνα ανάμεσα στους Εσπερίους ή Οζόλες και τους Επικνημιδίους Λοκρούς.
Οι πόλεις της ήταν το Κυτίνιο (η μεγαλύτερη), ο Ερινέος, το Βόϊον ή Βοίον και η Πίνδος ή Ακύφας. Η χώρα αυτή εθεωρείτο η Μητρόπολη των Δωριέων, οι οποίοι εδώ ανασυντάχθηκαν και μετά με πλοία από την Ναύπακτο, πέρασαν στην Πελοπόννησο και εγκαταστάθηκαν κυρίως στην Σπάρτη.
Είναι γνωστή ιστορικά η αντίθεση των Δωριέων της Μητρόπολης με τους γειτονικούς Φωκείς.
Πάντως πρωτοστάτησαν για την ίδρυση του Αμφικτυονικού Συνεδρίου, που είχε την έδρα του στην Ανθήλη και ήταν ένα από τα μέλη της.
Πού ακριβώς είχε κτισθεί η κάθε μια από τις πόλεις αυτές δεν είναι γνωστό, αλλά οι νεώτεροι με εικασίες και συμπεράσματα έχουν καταλήξει σε μια ποικιλία προσδιορισμών.
Πάντως μαρτυρίες ζωντανές ως τα σήμερα, είναι τα ερείπια του Παλαιοχωριού (στη θέση Μάρμαρα), του Παλιόκαστρου (Κεραμιδαριό), κοντά στο σ.σ. Μπράλου, του Παλιόκαστρου Χλωμού, της Σκαλούλας Γραβιάς, του νεκροταφείου των Καστελλίων, του Πύργου, του Επάνω Καστελλιού και του Οινοχωρίου.
A) Το Κυτίνιον
Στο Παλαιοχώρι όπως δηλώνει από μόνο του το όνομα προυπήρχε το Κυτίνιον, στην γύρω περιοχή
υπάρχουν ερείπια οικιών και ακροπόλεων από πέντε πόλεις.
Τα πρώτα ερείπια τα οποία θα συναντήσει κανένας ερχόμενος στη χώρα των αρχαίων Φωκέων, από την Ανατολή προς τη Δύση, βρίσκονται πάνω σε ένα λόφο ύψους 200 μέτρων περίπου, που βρίσκεται στο συνοικισμό «Χλωμός» του χωριού Καστέλλια που βρίσκεται στο κέντρο του χώρου της Αρχαίας Δωρίδος.. Το λόφο αυτό τον λένε οι Καστελλιώτες «Τσούκα χλωμού» ή «Παλιόκαστρο». Στη κορυφή του λόφου σώζονται ερείπια ακρόπολης με διπλό τείχος.
Στη Ν.Α. πλευρά του λόφου σώζονταν ερείπια σπιτιών. Στη θέση αυτή τοποθετούμε το Κυτίνιο και από μιά πληροφορία του Θουκιδίδη ο οποίος μας λέει ότι, για να μεταβή ο στρατηγός Δημοσθένης στη Βοιωτία, διέσχισε τη χώρα των Οζολών Λοκρών και κατόπιν αφού έφερε γύρω τον Παρνασσό, πέρασε από το Κυτίνιο, έχοντας δεξιά τον Παρνασσό.
Το Κυτίνιο υδρευόταν με πήλινους στρογγυλούς σωλήνες από τις πηγές που βρίσκονταν στη θέση «παλιοχλωμός». Επίσης βρέθηκαν αγγεία με μεγάλες διαστάσεις χωρητικότητας 600 περίπου κιλών.
B) Το Βοίον ή Βοιόν
Την πόλη τοποθετεί ο μελετητής στη θέση
«Κεραμιδαριό», ή «Παλιόκαστρο» η οποία
βρίσκεται 2 χιλ. περίπου Β.Α. του
συνοικισμού «Ευαγγελίστρια» Καστελλίων.
Στα ερείπια της πόλης υπάρχουν πολλά κομμάτια σπασμένων αγγείων και κεραμικών που μαρτυρούν ότι η πόλη ήταν αγγειοπλαστικό κέντρο.
Επίσης έχουν βρεθεί νομίσματα από χαλκό, άργυρο και χρυσό διαφόρων εποχών και λαών, ακόμη δε Βυζαντινά και Ρωμαϊκά, καθώς και μεγάλα αγγεία για απόθήκευση προϊόντων ή και για παγίδες. Ομοίως έχει βρεθεί τάφος, που περιείχε υδρία και χάλκινο στεφάνι καθώς και πέντε επιγραφές σε ψαμμίτες.
Στην απέναντι όχθη του Απόστολιά σώζονται ερείπια μικρών φρουρίων που προστάτευαν το
Βοίον από επιδρομές.
Το Βοίον υδρευόταν, όπως και το Κυτίνιο, με πήλινους ορθογώνιους σωλήνες (οι βάσεις και τα πλάγια των σωλήνων απότελούν ένα σώμα, ενώ το επάνω μέρος καλυπτόταν με ξεχωριστή πήλινη πλάκα). Ο αγωγός ύδρευσης μήκους περίπου 5 χιλ. έπαιρνε νερό από τον Πίνδο ποταμό και ακολουθόντας την όχθη του, δια μέσου του συνοικισμού «Ευαγγελίστρια», κατέληγε στο Βοίο.
Ονομασίες Βοία, Βοιαί, Βόϊον, Βοίον συναντάμε στη Λακωνία, στην Κρήτη κ.λ.π. πράγμα που δείχνει πως οι Δωριείς μετέφεραν εκεί τις ονομασίες των πόλεών των.
Γ) Ο (Η) Ερινεός
Η αρχαία πόλη ήταν χτισμένη στην κοιλάδα της Γραβιάς, ανάμεσα στα όρη Οίτη, Παρνασσός και Γκιώνα.
Πάνω από το νεκροταφείο της κοινότητας σώζονται ερείπια ακρόπολης με ισοδομικό τείχος και ογκώδεις ασβεστόλιθους. Δεξιά της ακρόπολης ρέει ο Κανιανίτης ποταμός (ο αρχαίος Πίνδος).
Στην αριστερή όχθη του ποταμού και σε απόσταση 200 μέτρων περίπου υπάρχουν αρχαίοι τάφοι του 12 π.Χ. αιώνα. Προς Βοράν της ακρόπολης και σε απόσταση 600 μ. περίπου διακρίνονται θεμέλια αρχαίων κτιρίων.
Στή μέση των οικημάτων υπάρχει γήλοφος (τούρλα) όπου βρέθηκε λίθινη λάρνακα με οστά ανθρώπου (από το 750 π.Χ. περίπου). Λίγο δυτικότερα σώζεται και άλλη ημιτελής λάρνακα η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί για εναπόθεση νεκρών και την οποία οι χωριανοί μας ονομάζουν «κουρήτα».
Στο χώρο αυτό της ακρόπολης τοποθετούμε τον ή την Ερινεό από την πληροφορία που μας δίνει ο Στράβων (ΙΧ, 427): «Υπέρκειται δ΄η Πίνδος του Ερινεού παραρρεί δ΄αυτήν ομώνυμος ποταμός, εμβάλλων εις τον Κηφισσόν…»
Η Ερινεός λεγόταν και Δώριον, υδρευόταν δε από τον αγωγό του Βοίου ο οποίος περνούσε μέσα από την ακρόπολη της Ερινεού.
Δ) Η Πίνδος
Νοτιοδυτικά της Ερινεού αρχίζει η χαράδρα του Πίνδου ποταμού μήκους 4 περίπου χιλ.
Στην άκρη της χαράδρας που οι οροσειρές της Γκιώνας και της Οίτης απόκλίνουν, σχηματίζεται
μία μικρή κοιλάδα που ονομάζεται σήμερα «λογγιές».
Στη μέση της κοιλάδας υψώνεται ένας κωνικός λόφος 400 μέτρων περίπου. Από την κορυφή του φαίνεται η Ερινεός και η κοιλάδα των Δωριέων που αρχίζει από την Ερινεό.
Εδώ σώζεται σήμερα ακρόπολη με πολυγωνικό τείχος, όπου αργότερα οι Ενετοί (1254 – 1258) ίδρυσαν φρούριο (ΚΑΣΤΕΛΛΟΥΜ) από το οποίο έλαβε το όνομα το χωριό Καστέλλιον. Το φρούριο αυτό σώζεται και σήμερα και ονομάζεται «Πύργος».
Τους πρόποδες του λόφου κατα τα 3/5 περιβρέχει ο Πίνδος ποταμός ο οποίος καθώς έρχεται από τις πηγές αναγκάζεται να κάνει στροφή λόγω του λόφου και να συνεχίσει την πορεία του προς την κοιλάδα. Η ακρόπολη αυτή ανήκει στην πόλη, που φέρνει το ίδιο όνομα με τον ποταμό, Πίνδος ή Ακύφας (οι αρχαίοι συγγραφείς Στράβων, Θεόπομπος και Στέφανος ο Βυζάντιος ονομάζουν την πόλη Ακύφας).
Ο Στράβων αναφέρει: « Η Πίνδος ευρίσκεται υπεράνω της Ερινεού, περιβρέχει δε αυτήν ομώνυμος ποταμός».
Αλλά η κυρίως πόλη βρίσκεται στην άλλη πλευρά του Πίνδου ποταμού, Νοτιοδυτικά, εκεί που είναι το ξωκκλήσι Αγιος Γεώργιος (Παλιοκαστέλλι), όπου σώζονται ερείπια σπιτιών και θαλαμωτός λαξευτός τάφος μέσα στο βράχο από ασβεστόλιθο, για τρείς θέσεις νεκρών. Η θέση ονομάζεται «Τρούπη».
E) Η Δρυόπη
Στην είσοδο του χωριού Οινοχώρι σώζονται ερείπια αρχαίας πόλης με ισοδομικό τείχος, όπως και της Ερινεού, και σε όλη την έκταση υπάρχουν διάσπαρτα πλήθος θραυσμάτων αγγείων και κεραμικών. Εδώ ο μελετητής ανακάλυψε επιτύμβια στήλη που ανάγεται στον 4ο αιώνα π.Χ. με την επιγραφή:
«ΕΠΙΦΑΝΕΙ ΛΑΥΣΙΑ ΑΝΔΡΙ ΑΓΑΘΩ»
δηλαδή: «Στον επιφανή Λαυσία, άνδρα ενάρετο», καθώς και πώρινο λίθο με την λέξη «ΒΡΟΧΟΣ».
Επίσης από τους κατοίκους βρέθηκαν πολλά νομίσματα χάλκινα και ασημένια του 5ου και 4ου π.Χ αιώνα των Μαλιέων, Οιταίων, Φωκέων, Αμφισσέων και άλλων γειτονικών λαών. Στη θέση αυτή τοποθετούμε τη Δρυόπη, στηριζόμενοι στο ετυμολογικό της λέξης από την δρύ, επειδή η πόλη περιβάλλεται από πυκνά δάση διαφόρων ειδών δρυός.
Αξιοσημείωτο είναι, ότι δάση από δρύ βρίσκονται μόνο από το μέρος του ποταμού που υπάρχουν οι πόλεις Πίνδος και Δρυόπη ενώ από το άλλο μέρος του ποταμού που ήταν το Άνω Καστέλι υπάρχουν δάση από έλατα και άλλα φυτά, εκτός από δρύς.
Επειδή η Δρυόπη αναφέρεται μόνον από τον Σχολιαστή του Πίνδαρου και τον Τζέτζη, ως πόλη της Δωρικής Μητρόπολης, υποθέτουμε ότι λόγω της απόστασης από τις άλλες πόλεις, άλλαζε κατά καιρούς κυρίους.
Συμπερασματικά λοιπόν οι πόλεις της Μητρόποής των Δωριέων ήταν τέσσερις: Κυτίνιον, Βοίον, Ερινεός, και Πίνδος. Οι δύο πρώτες, χτισμένες στην πεδιάδα, δεν είχαν ισχυρές ακροπόλεις, όπως οι δύο άλλες, η Ερινεός και η Πίνδος (Ακύφας), που βρίσκονται σε θέσεις φυσικά οχυρές και μπορούσαν να χρησημεύσουν σαν κατφύγια σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης.
Οι πόλεις αυτές διατηρήθηκαν μέχρι τον 3ο π.Χ. αιώνα, μέχρι που καταστράφηκαν ολοκληρωτικά κατα τον πόλεμο μεταξύ Αθαμανών και Αιτωλών, και αναγνωρίζονταν από τους εξαπλωθέντες σε άλλες χώρες Δωριείς, σαν η κοιτίδα των και η Μητρόπολή τους. Στο «Συνέκδημο» του Ιεροκλέους τον 6ο αιώνα (535 μ.χ) από την Δωρική Τετράπολη αναφέρεται μονο το Βόϊον ως Βοε και οι νέοι οικισμοί αρχίζουν να αναφέρονται με νέα σλαβικά ή φραγκικά ονόματα.
Έτσι η Δωρίδα γη ονομάζεται με το σλαβικό όνομα «Γραβιά» που μάλιστα στα χρόνια της Φραγκοκρατίας μαζί με τις πόλεις και τα φρούρια Σιδηρόκαστρου, Ζητουνίου και Γαρδικίου, με το όνομα Βαρωνία Γραβίας, δίδεται ως προίκα (τιμάριο) στον Δούκα των Αθηνών Γουλιέλμο Ντε λα Ρός από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Δούκα Βατατζή, για την κόρη του Ελένη που την πάντρεψε με αυτόν (1254-1258).
Ο εκχριστιανισμός του τόπου αρχίζει μετά την Α Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.). Το 1393 μ.Χ οι Τούρκοι καταλαμβάνουν την περιοχή της Aμφισσας.
Αντιγραφές και πληροφορίες απο:
http://www.kastellia.gr
http://kertisgr.blogspot.com
http://el.wikipedia.org/wiki/Καστέλλια_Φωκίδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.