Πέρασε καιρός. Κι ένα δειλινό, καθώς ο Απόλλων έκανε το γύρο της γης οδηγώντας το άρμα του ήλιου για να χαρίσει το φως στον κόσμο, το μάτι του έπεσε πάνω σε μια νεαρή κοπέλα που βρισκόταν κάπου στην παραλία του φαραγγιού της Σαμαριάς. Κόντευε να φτάσει στη δύση το άρμα του ήλιου και να σκεπαστεί η γης με το σκότος της νύχτας, αλλά κοντοστάθηκε" η κοπέλα που έβλεπε από ψηλά ήταν τόσο όμορφη που μπορούσε να εντυπωσιάσει ακόμη κι έναν θεό, τον πιο ωραίο, όπως είχε εντυπωσιάσει και τον άλλο νεαρό θεό, τον Ερμή.
Βράδιαζε πια, ο Απόλλων είχε ξεζέψει τα άλογα του ήλιου και στον ορίζοντα φαινόταν ακόμη η ανταύγεια της δύσης, όταν η Ακακαλλίς ένιωσε τα ανάλαφρα βήματα ενός αγνώστου, να την πλησιάζουν. Κατάλαβε πως ήταν θεός. Καθώς βάδιζαν οι δυο τους στο φαράγγι, το πέπλο της νύχτας έκρυψε τα χρώματα και τα σχήματα. Μια μεγάλη νύχτα άρχιζε" η πιο μεγάλη νύχτα που γνώρισε ποτέ η γης μας!
Προχωρούσαν οι ώρες της νύχτας, προχωρούσε κι ο Απόλλων με την Ακακαλλίδα στο σκοτεινό φαράγγι. Κάπου έπρεπε να σταθούν, να ξεκουραστούν και να χορτάσουν το ερωτικό ξάφνιασμα που είχαν νιώσει. Κι ένας θεός δεν έχει ποτέ προβλήματα* ξέρει καλά ποιάν πόρτα θα χτυπήσει.
Οι δυο νέοι, ο ωραίος θεός και η ωραία, εγγονή του Δία, σταμάτησαν μπροστά σ' ένα σπουδαίο ιερό του αρχαίου κόσμου" ένας γέροντας άνοιγε την πόρτα του και δυο νέοι δρασκελούσαν το κατώφλι. Τον γέροντα τον ήξερε καλά ο Απόλλων. Καρμάνορα τον έλεγαν και ζούσε εδώ σ' αυτήν την άγρια γωνιά της Κρήτης για να υπηρετεί τον ίδιο το θεό του φωτός. Και δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Απόλλων βρισκόταν στο σπίτι του ιερέα του" χρόνια πριν είχε σκοτώσει τον Πύθωνα, τον όηι ή δράκοντα, και για να καθαρθεί είχε καταφύγει στον Καρμάνορα.
Ο αγαθός ιερέας φαίνεται πως δεν γνώρισε εκείνη τη βραδυά το θεό του· ίσως και να μην έπρεπε. Τον φιλοξένησε όμως μαζί με την επίσης άγνωστη του κοπέλα. Σε λίγο, μέσα στο φαράγγι της Σαμαριάς έκλεινε μια πόρτα κι άνοιγε μια αγκαλιά, ίσως εκείνη του πιο παθιασμένου έρωτα της μυθολογίας.
Ένας θεός δεν ξεμένει ποτέ από δουλειές. Και ιδιαίτερα όταν αυτός ο θεός λέγεται Απόλλων και εκείνον τον καιρό του είχε αναθέσει ο μύθος το βαρύ έργο να προσφέρει το φως. Όταν βρίσκονταν παραδομένοι στην αγκαλιά του ύπνου οι άλλοι θεοί και οι άνθρωποι, ο Απόλλων ξυπνούσε, έζευε τα άλογα στο άρμα του ήλιου και άρχιζε το μακρύ ταξίδι από την ανατολή ως τη δύση. Κάθε πρωί....
Οι ώρες περνούσαν στο σπίτι του Καρμάνορα η αγκαλιά της Ακακαλλιδας γέμιζε φως στο άγγιγμα του Απόλλωνα μέχρι που ο ύπνος έκλεισε τα μάτια της αλλά και τα μάτια του ίδιου του θεού. Κι η νύχτα προχωρούσε...
Κανείς δεν ξέρει πόσο κράτησε, εκείνη η νύχτα. Ο Απόλλων ξεχασμένος στην αγκαλιά της ωραίας μινωίδας δεν θυμήθηκε την υποχρέωση που του είχε χρεώσει ο μύθος, δεν πήγε να ζέψει τα άλογα στο άρμα του ήλιου. Χωρίς φως η γη άρχισε να τρέμει. Τα ποτάμια παγώσανε, πάγωσαν κι οι λίμνες. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να κάνουν και πάνω στον Ολυμπο οι άλλοι θεοί άρχισαν να δυσανασχετούν για την απουσία του φωτός. Ο Καρμάνωρ ξύπνησε έντρομος και προσπαθούσε να μαντέψει το μυστικό της ατέλειωτης νύχτας· ίσως εκείνος ο έμπειρος ιερέας να ήξερε...
Την ώρα που οι θεοί αναζητούσαν λύση στο πρόβλημα για να μην παγώσει όλη η γης, άρχισε να αχνοφωτίζει. Ο ήλιος άρχισε ν' ανατέλει ύστερα από μια νύχτα που είχε κρατήσει όσο... πολλές ημέρες και νύχτες μαζί. Εκείνην ακριβώς την ώρα ξύπνησε η Ακακαλλίς' δεν ήταν κανένας δίπλα της· ο ωραίος εραστής είχε εξαφανιστεί μέσα στη νύχτα.
Ο Καρμάνωρ κατάλαβε... Πήγε κοντά στη λυπημένη κοπέλα.. Έπρεπε να της πει πως η νύχτα που πέρασε ήταν μια από τις πιο σημαντικές της ζωής της. Κι εκείνη το ήξερε. Στα σπλάχνα της κουβαλούσε το σπόρο του ωραίου θεού. Κι αργότερα γέννησε τον πρώτο της γιο με τον Απόλλωνα. Τον είπαν Νάξο... Αυτά μας λέει ο μύθος για την ερωτική σχέση του Απόλλωνα με την Ακακαλλίδα. Για τα υπόλοιπα δεν λέει τίποτα. Συμπληρώνει, μόνο, πως παιδιά της Ακάλης και του Απόλλωνα ήταν κι ο Μίλητος κι ο Αμφίθεμις, που άλλοι τον έλεγαν Γαράμαντα, ίσως κι ο Όαζος ακόμη. Στην Έλυρο ήθελαν για παιδιά της τον Φίλανδρο και τον Φυλακίδη. Άρα υπήρχαν κι άλλα ερωτικά βράδυα στο φαράγγι της Σαμαριάς. Μόνο που ο Απόλλων δεν έκανε άλλη φορά το λάθος ν' αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της Ακάλης και ν' αφήσει τη γη χωρίς φως...
Οι κάτοικοι της Ελύρου διάσωζαν, ως φαίνεται, τον μύθο για το ερωτικό σμίξιμο της Ακάλης με τον Απόλλωνα στο σπίτι του Καρμάνορα στην Τάρρα και πίστευαν πως η νύμφη που μπορεί να ήταν και κόρη του Μίνωα είχε εγκαταλείψει στα σφακιανά βουνά τον Φίλανδρο και τον Φυλακίδη. Τα είδε ο Απόλλων και έστειλε εκεί μιαν άγρια αίγα της Κρήτης να τα θηλάσει και να τα μεγαλώσει. Άλλωστε δεν ήταν η πρώτη φορά που οι αίγες (ίσως οι αίγαγροι) της Κρήτης ανέτρεφαν θεούς κι ανθρώπους. Να μην ξεχνάμε πως μια άλλη αίγα είχε θηλάσει στη σπηλιά της Ίδης τον ίδιο τον Δία, όταν ήταν νήπιο...
Ο Παυσανίας μας πληροφορεί πως οι Ελύριοι...
"...αίγα χαλκήν απέστειλαν ες Δελφούς, δίδωσι δέ νηπί-οις ή αις" Φυλακίδη καί Φιλάνδρω γάλα' πάΐδας δέ αυτούς οι ελύριοι φασιν Απόλλωνος τε είναι καί ΆχαχαΚλίδος νύμφης, συγγενέσθαι δέ τη Άκακαλλίδι Απόλλωνα εν πόλει Τάρρα καί οι'κω Καρμάνορος..."
(...έστειλαν στους Δελφούς μιαν αίγα χάλκινη που θήλαζε με το γάλα της τον Φίλανδρο και τον Φυλακίδη. Τα παιδιά αυτά γεννήθηκαν, κατά τους Ελυρίους, από την Ακακαλλίδα και τον Απόλλωνα που είχαν συνευρεθεί στο σπίτι του Καρμάνορα στην πόλη Τάρρα...)
(Παυσανίας, 10,16,5)
Νίκος Ψιλάκης , 1996
Κρητική Μυθολογία Ηράκλειο
Εκδόσεις Καρμάνωρ.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.