Η ΞΕΝΙΤΙΑ
Ανάθεμά σε ξενιτιά, με τα φαρμάκια πόχεις!
Θα πάρω έναν ανήφορο να βγω σε κορφοβούνι
Να βρω κλαράκι φουντωτό και ριζιμιό λιθάρι,
Να βρω και μια καλόβρυση να ξαπλωθώ στον ήσκιο,
να πιω νερό να δροσιστώ, να πάρω λίγη ανάσα,
ν αρχίσω να συλλογιστώ της ξενιτιάς τα πάθη,
να πω τα μαύρα ντέρτια μου και τα παράπονά μου.
Άνοιξε, θλιβερή καρδιά και πικραμένο χείλι,
Βγάλε κανά χαμόγελο και πες κανά τραγούδι.
Τραγούδια αν έχ' η μαύρη γη και ο τάφος χαμογέλια,
Έχει κι εμένα η καρδιά, που περπατάει στα ξένα.
Τα ξένα έχουνε καημούς πολλούς και καταφρόνια πλήθος.
Στα ξένα δεν ανθίζουνε την Άνοιξη τα δένδρα
και δε λαλούνε τα πουλιά, ζεστός δεν λάμπει ο ήλιος.
Δεν φυλλουριάζουν τα βουνά, δεν πρασινίζει ο κάμπος,
και δεν δροσίζει το νερό, και το ψωμί πικραίνει!!!......
Στα ξένα ποιος θα σε χαρεί, ποιος θα σε καμαρώσει;
Στα ξένα ποιος θα σε χαρεί και ποιος θα σου γελάσει;
Πού ναι της μάνας τα φιλιά, τα χάδια του πατέρα, και πούνε τα γέλια τ αδερφού κι η συντροφιά του φίλου;
ΚΏΣΤΑ ΚΡΥΣΤΑΛΛΗ