1. Η HYDROGEN ΥΔΡΟΓΟΝΟ 1766 (δ)
Το όνομα προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις ύδωρ και γίγνεσθαι. Δείχνει ότι από το στοιχείο αυτό μπορεί να γίνεται νερό (όταν αντιδρά με το οξυγόνο).
2. He HELIUM ΗΛΙΟ 1868 (β)
Από το όνομα του ήλιου, γιατί εκεί επισημάνθηκε με φασματοσκοπική μέθοδο για πρώτη φορά.
3. Li LITHIUM ΛΙΘΙΟ 1817 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη λίθος = πέτρα, και πλάστηκε για να εκφράσει την ορυκτή, πέτρινη προέλευση του στοιχείου, σε αντιδιαστολή με τα άλλα αλκάλια (νάτριο και κάλιο), που είχαν απομονωθεί από φυτικά προϊόντα.
7. N NITROGEN ΑΖΩΤΟ 1772 (δ)
Το όνομα έπλασε ο Lavoisier από την ελληνική λέξη ζωή και το στερητικό -α-. Ήθελε να τονίσει ότι αυτό το συστατικό του αέρα -αντίθετα από το οξυγόνο- δε συντηρεί τη ζωή, καθώς είναι άχρηστο στην αναπνοή. Το αγγλικό όνομα προέρχεται από το λατινικό nitrogenium (νιτρογόνον).
8. O OXYZEN ΟΞΥΓΟΝΟ 1774 (δ)
Το όνομα προκύπτει από τις ελληνικές λέξεις οξύ και γίγνεσθαι, καθώς το στοιχείο αυτό εθεωρείτο (λάθος) ως αναγκαίο για το σχηματισμό κάθε οξέος.
9. F FLUORINE ΦΘΟΡΙΟ 1771 (δ)
Το όνομα αυτό (το οποίο προτάθηκε από τον A. Ampere το 1810) προέρχεται από την ελληνική λέξη φθορά. Τόνιζε την ισχυρή διαβρωτική επίδραση του στοιχείου (ή μάλλον των ενώσεών του που ήταν τότε γνωστές) στα διάφορα υλικά. Μία άλλη εκδοχή για την προέλευση του αγγλικού ονόματός του είναι από τη λέξη fluo = ρέω, κυλάω.
11. Na SODIUM ΝΑΤΡΙΟ 1807 (ε)
Η σόδα (ανθρακικό νάτριο) ήταν γνωστή από τους αρχαίους χρόνους. Το αραβικό όνομα της σόδας ήταν natrum, λέξη με αιγυπτιακή ρίζα. Το στοιχείο, λοιπόν, πήρε το όνομα νάτριο επειδή ακριβώς βρίσκεται στη σόδα. Να σημειωθεί ότι και η αρχαία ελληνική λέξη νίτρον σχετίζεται με τις ενώσεις του νατρίου.
12. Mg MAGNESIUM ΜΑΓΝΗΣΙΟ 1775 (ε)
Το στοιχείο αυτό οφείλει το όνομά του στο ότι απομονώθηκε από τη μαγνησία λίθο. Μ'αυτό το όνομα ήταν γνωστό από την αρχαιότητα το λευκό μαλακό ορυκτό στεατίτης, που προέρχονταν από τη Μαγνησία της Θεσσαλίας.
13. Al ALUMINUM ΑΡΓΙΛΙΟ 1827 (ε)
Το όνομα προέρχεται από την άργιλο (ένυδρο πυριτικό αλάτι του στοιχείου), στην οποία περιέχεται το στοιχείο και η οποία ήταν γνωστή από την αρχαιότητα ως αγγειοπλαστική ύλη (πηλός). Το όνομα της αργίλου πρέπει να προέρχεται από το ελληνικό επίθετο αργός = λαμπερός, λευκός αλλά και ταχύς (διαφορετικό από το αργός = αυτός που δεν εργάζεται α-εργός). Μία άλλη εκδοχή για το όνομά του: από το alumen = στυπτηρία.
14. Si SILICON ΠΥΡΙΤΙΟ 1823 (ε)
Ονομάστηκε έτσι γιατί βρίσκεται στον πυριτόλιθο. Ο πυριτόλιθος ή πυρίτης λίθος είναι από τα σώματα που συνδέονται με την ιστορία του ανθρώπινου γένους: χρησίμευε για την παρασκευή εργαλείων ήδη κατά την παλαιολιθική εποχή. Το όνομα του πυρίτη λίθου (στον οποίο περιέχεται το οξείδιο του στοιχείου) προέρχεται από τη λέξη πυρ = φωτιά. Να σημειωθεί εδώ ότι ο πυριτόλιθος είναι η τσακμακόπετρα. Το σύμβολό του προέρχεται από το λατινικό silex = πυριτόλιθος.
15. P PHOSHORUS ΦΩΣΦΟΡΟΣ 1669 (δ)
Το όνομα προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις φως και φέρω, και οφείλεται στην ιδιότητα του στοιχείου να φέρει φως, να εκπέμπει φως στο σκοτάδι (φωσφορισμός).
16. S SULFUR ΘΕΙΟ π. Χ. (ζ)
Προγενέστερη μορφή είναι το (ομηρικό) θέειον , το οποίο θεωρείται ότι προέρχεται από κάποιο ρήμα με τη σημασία του καπνίζω, βγάζω καπνούς. Το σύμβολό του προέρχεται από το βιβλικό του όνομα sulphur.
17. Cl CHLORINE ΧΛΩΡΙΟ 1774 (γ)
Από την ελληνική λέξη χλωρός = κιτρινοπράσινος, υποπράσινος, πρασινωπός. Το όνομα βέβαια οφείλεται στο χρώμα του ίδιου του (αερίου) στοιχείου.
18. Ar ARGON ΑΡΓΟΝ 1894 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη αργός = αδρανής (από 'δω και η αργία), και εκφράζει τη χημική αδράνεια του στοιχείου
20. Ca CALCIUM ΑΣΒΕΣΤΙΟ 1808 (ε)
Η λέξη της αρχαίας ελληνικής τίτανος σήμαινε κάποια λευκή γη, σκόνη (ίσως τη γύψο). Ασβεστος τίτανος δηλαδή τίτανος που δεν έχει σβήσει, ήταν ο κοινός ασβέστης. Σιγά-σιγά έμεινε μόνο το επίθετο (άσβεστος) ως όνομα του υλικού. Το όνομα, λοιπόν, ασβέστιο οφείλεται στην παρουσία του στοιχείου στον ασβέστη.
22. Ti TITANIUM ΤΙΤΑΝΙΟ 1791 (α)
Από το όνομα των μυθικών Τιτάνων, με αφορμή την εξαιρετική αντοχή του μετάλλου.
24. Cr CHROMIUM ΧΡΩΜΙΟ 1797 (γ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη χρώμα, και οφείλεται στη μεγάλη ποικιλία χρωμάτων των ενώσεων του στοιχείου.
29. Cu COPPER ΧΑΛΚΟΣ π. Χ. (ζ)
Το σύμβολο προέρχεται από το λατινικό Cuprum, Ρωμαϊκό όνομα της Κύπρου που φημιζόταν για τα ορυχεία χαλκού.
33. As ARSENIC ΑΡΣΕΝΙΚΟ 1250 (ε)
Το όνομα αυτό χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην ελληνική για την κίτρινη σανδαράχη (θειούχος ένωση του στοιχείου, στην οποία φαίνεται να υπάρχει και αναφορά του Αριστοτέλη). Το όνομα είναι λέξη ανατολικής προέλευσης, και ανάγεται στο περσικό zarniq = χρυσός, αυτός που έχει το χρώμα του χρυσού. Κατά μια άλλη εκδοχή από το φύλο αρσενικό (οι αρχαίοι Ελληνες πίστευαν ότι τα μέταλλα έχουν φύλο).
34. Se SELENIUM ΣΕΛΗΝΙΟ 1817 (β)
Από το (ελληνικό) όνομα της Σελήνης. Το στοιχείο αυτό έμοιαζε πολύ στις ιδιότητες με το τελλούριο, που το όνομά του είχε πλαστεί από τη λατινική λέξη για τη γη, tellus. Ετσι, αυτό ονομάστηκε από το δορυφόρο της γης τη Σελήνη...
35. Br BROMINE ΒΡΩΜΙΟ 1826 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη βρώμος = δυσοσμία, και δόθηκε στο στοιχείο εξ αιτίας της δυσάρεστης διαπεραστικής οσμής του.
36. Kr KRYPTON ΚΡΥΠΤΟΝ 1898 (δ)
Το αέριο αυτό βρίσκεται σε πολύ μικρές ποσότητες μέσα στον ατμοσφαιρικό αέρα, είναι δηλαδή... κρυμμένο μέσα σ'αυτόν. Αυτό ακριβώς εκφράζει και το όνομα που του έδωσε ο Ramsay, το οποίο προέρχεται από την ελληνική λέξη κρυπτός = κρυμμένος.
42. Μο MOLYBDENUM ΜΟΛΥΒΔΑΙΝΙΟ 1778 (ε)
Οφείλει το όνομά του στο ότι ανακαλύφθηκε στο ορυκτό μολυβδαινίτης (θειούχο μολυβδαίνιο). Το όνομα του ορυκτού προέρχεται προφανώς από την αρχαία ελληνική λέξη μόλυβδος, λέξη υπό την οποία συγχεόταν για πολλούς αιώνες κάθε μαλακή, μαύρη ορυκτή ύλη, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για γραφή.
43. Tc TECHNETIUM ΤΕΧΝΗΤΙΟ 1937 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη τεχνητός, δηλαδή όχι φυσικός, αλλά κατασκευασμένος. Ονομα κατάλληλο, αφού το στοιχείο δε βρίσκεται στη φύση (ή μάλλον βρίσκεται σε ίχνη, που προέρχονται από τη φυσική ραδιενεργό διάσπαση του ουρανίου) και υπήρξε το πρώτο νέο στοιχείο που έφτιαξε ο άνθρωπος στο εργαστήριο.
45. Rh RHODIUM ΡΟΔΙΟ 1803 (γ)
Από το ελληνικό όνομα του ρόδου, του τριαντάφυλλου. Αφορμή υπήρξε το κόκκινο, ρόδινο χρώμα των διαλυμάτων πολλών αλάτων του μετάλλου.
46. Pd PALLADIOUM ΠΑΛΛΑΔΙΟ 1803 (β)
Από το όνομα του αστεροειδούς Παλλάς (Παλλάδα). Το όνομα Παλλάς ήταν ένα από τα επίθετα που συνόδευαν τη θεά Αθηνά.
47. Ag SILVER ΑΡΓΥΡΟΣ π. Χ. (ζ)
Το όνομα προέρχεται από το ελληνικό επίθετο (του οποίου η ρίζα ανάγεται στην αρχαία ινδική από όπου και η λατινική λέξη argentum) αργός = λαμπερός, λευκός αλλά και ταχύς (καμία σχέση με το αργός = αυτός που δεν εργάζεται α-εργός). Το όνομα έχει σχέση προφανώς με τη λαμπρότητα και το χρώμα του μετάλλου.
48. Cd CADMIUM ΚΑΔΜΙΟ 1817 (ε)
Καδμεία γη ή απλώς καδμεία ονομάζονταν στην αρχαία Ελλάδα ορισμένα ορυκτά (του ψευδαργύρου). Το κάδμιο οφείλει το όνομά του στο ότι ανακαλύφθηκε στην καδμεία γη.
51. Sb ANTIMONY ΑΝΤΙΜΟΝΙΟ "1450 (δ)
Το στοιχείο και οι ενώσεις του ήταν γνωστά από την αρχαιότητα. Το όνομα antimonium πρωτοσυναντάται σε γραπτά του 8ου μ.Χ. αιώνα. Κατά μία άποψη το όνομά του προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις αντί και μόνος, και θέλει να επισημάνει το γεγονός ότι το στοιχείο σπανίως βρίσκεται μόνο του σε ελεύθερη κατάσταση.
53. I IODINE ΙΩΔΙΟ 1811 (γ)
Από την ελληνική λέξη ιώδης = αυτός που έχει το χρώμα του ίου, δηλ. της βιολέτας. Το όνομα αυτό οφείλεται στο ιώδες χρώμα των ατμών του στοιχείου.
56. Ba BARIUM ΒΑΡΙΟ 1808 (ε)
Το όνομα οφείλεται στο ότι το στοιχείο προσδιορίστηκε στο ορυκτό βαρίτης (ή βαρύτης ή βαρυτίτης). Το όνομα του ορυκτού προέρχεται από την ελληνική λέξη βάρος λόγω του μεγάλου ειδικού του βάρους.
57. La LANTHANUM ΛΑΝΘΑΝΙΟ 1839 (δ)
Το στοιχείο βρέθηκε σε πολύ μικρές ποσότητες (κρυμμένο θα λέγαμε) σε άλατα του δημητρίου. Ο Mosander έπλασε το όνομά του από το ρήμα της ελληνικής γλώσσας λανθάνω = διαφεύγω της προσοχής κάποιου.
60. Nd NEODYMIUM ΝΕΟΔΥΜΙΟ 1885 (δ)
Οταν ο C.A. von Welsbach διαπίστωσε ότι τα άλατα του διδύμιου (που τότε εθεωρείτο ως ένα μέταλλο) περιείχαν δύο διαφορετικά μέταλλα, ονόμασε το ένα απ'αυτά νεοδύμιο από τις ελληνικές λέξεις νέος και δίδυμος. Δηλαδή το νέο μέταλλο από το διδύμιο.
63. Eu EUROPIUM ΕΥΡΩΠΙΟ 1896 (β)
Από το όνομα της ηπείρου μας.
66. Dy DYSPROSIUM ΔΥΣΠΡΟΣΙΟ 1886 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη δυσπρόσιτος = αυτός που προσεγγίζεται με δυσκολία, και πλάστηκε από τον P.E.L. de Boisbaudran, ο οποίος ήθελε να επισημάνει τη δυσκολία απομόνωσης και παραλαβής του στοιχείου.
69. Tm THULIUM ΘΟΥΛΙΟ 1879 (β)
Από το όνομα της αρχαίας Θούλης, η οποία ήταν για τους αρχαίους Ελληνες και Ρωμαίους η βορειότερη χώρα της γης. Ο P.T. Cleve, όταν ανακάλυψε το στοιχείο, ήθελε να υποδηλώσει με το όνομα που διάλεξε την άφιξη στον τελικό στόχο, την εκπλήρωση του σκοπού του.
76. Os OSMIUM ΟΣΜΙΟ 1804 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη οσμή, και δόθηκε στο στοιχείο εξ αιτίας της άσχημης χαρακτηριστικής οσμής του (δηλητηριώδους) οξειδίου του.
77. Ir IRIDIUM ΙΡΙΔΙΟ 1804 (γ)
Από την ελληνική λέξη ίρις = ουράνιο τόξο, λόγω της πλούσιας ποικιλίας χρωμάτων των αλάτων του.
80. Hg MERCURY ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΣ π. Χ. (δ)
Επειδή το στοιχείο αυτό (γνωστό από την αρχαιότητα) μοιάζει στο χρώμα με τον άργυρο, αλλά βρίσκεται σε υγρή κατάσταση, τόσο οι Ελληνες όσο και οι Ρωμαίοι το ονόμαζαν ρευστό άργυρο ή υγρό άργυρο ή και υδράργυρο. Το αγγλικό όνομα από τον πλανήτη Ερμή (Mercury).
81. Tl THALLIUM ΘΑΛΛΙΟ 1861 (γ)
Το στοιχείο ανακαλύφτηκε από μια χαρακτηριστική πράσινη γραμμή στο φάσμα του. Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη θαλλός = νέο, τρυφερό (άρα πράσινο) κλαδάκι, βλαστάρι.
82. Pb LEAD ΜΟΛΥΒΔΟΣ π. Χ. (ζ)
Το σύμβολο προέρχεται από τη λατινική λέξη plumbum. Το όνομα προέρχεται προφανώς από την αρχαία ελληνική λέξη μόλυβδος, λέξη υπό την οποία συγχεόταν για πολλούς αιώνες κάθε μαλακή, μαύρη ορυκτή ύλη, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για γραφή.
85. At ASTATINE ΑΣΤΑΤΟΝ 1940 (δ)
Το στοιχείο αυτό δε βρίσκεται στη φύση, επειδή είναι ιδιαίτερα ραδιενεργό και διασπάται. Παρασκευάστηκε στο εργαστήριο και το πιο μακρόβιο ισότοπό του έχει χρόνο ημιζωής 8,3 ώρες. Το όνομά του (από την ελληνική λέξη άστατος = ασταθής) εκφράζει ακριβώς τη μη σταθερότητά του.
86. Rn RADON ΡΑΔΟΝΙΟ 1900 (δ)
Το όνομα radon (που αποδόθηκε στα ελληνικά ως ραδόνιο) δόθηκε στο στοιχείο αυτό επειδή αφ'ενός μεν παράγεται κατά τη ραδιενεργό διάσπαση του ραδίου (radium) αφ' ετέρου δε ανήκει στα ευγενή αέρια, οπότε του ταίριαξε η κατάληξη -on.
89. Ac ACTINIUM ΑΚΤΙΝΙΟ 1899 (δ)
Το όνομα προέρχεται από την ελληνική λέξη ακτίνα, και δόθηκε στο στοιχείο λόγω της έντονης ραδιενεργούς ακτινοβολίας που εκπέμπει.
|
ΚΟΣΜΙΚΗ ΥΛΗ
|