25 Φεβρουαρίου 2016

Ρατσισμός, Εθνισμός και η συλλογική λειτουργικότητα των κοινωνιών

Είναι γεγονός ότι ίδια η φύση του ανθρώπου του επιβάλλει να λειτουργεί καθ’ ομάδας.

Η ατομική μας συμμετοχή στις λειτουργίες που εξυπηρετούν την ομάδα, είναι αυτή που μας βοηθάει να σχηματίσουμε μια εικόνα για το πώς πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και γενικότερα την καλή λειτουργία του φυσικού κόσμου που μας περιβάλλει.

Αυτή η συμμετοχή, μας κάνει να αναπτύσσουμε και να αξιοποιούμε την μεταξύ μας επικοινωνία έτσι ώστε η επίτευξη μιας κοινής κοσμοθέασης ή κοινής αντίληψης περί του κόσμου γύρω μας, να διευκολύνη κάθε πλευρά της ζωής μας, δρώντας ως λιπαντικό που μειώνει τις τριβές μέσα στον κοινωνικό μηχανισμό, όπως ακριβώς τα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους κύτταρα του οργανισμού μας επικοινωνούν με κοινά αποδεκτό τρόπο και συνεργάζονται αρμονικά.

Όσες περισσότερες αντιλήψεις -κοινωνικές και πολιτισμικές- είναι κοινές και κατά συνέπεια όσες περισσότερες θεωρούνται δεδομένες και κυρίως  αυτονόητες μέσα σε μια ομάδα, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες η ομάδα αυτή να προοδεύση και να ευημερήση, και μάλιστα σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα  σε σύγκριση με μια πολιτισμικά ανάμικτη και ετερογενή ομάδα.

Αυτό συμβαίνει επειδή οι ενέργειες των ατόμων στην ομογενή  ομάδα, στην πλειονότητα τους συντονίζονται προς κοινά αποδεκτές και κοινά κατανοητές μεθόδους επιλύσεως προβλημάτων.
Επικεντρώνονται δηλαδή επάνω σε κοινές βάσεις, χωρίς να αναλώνονται σε χρονοβόρες διερευνητικές και ερμηνευτικές διαδικασίες που συνήθως απαιτούνται για να κριθούν και να εξισορροπηθούν ετερόκλητα πρότυπα συμπεριφοράς, προερχόμενα από ετερογενή κοινωνικά στερεότυπα.

Η κατά το δυνατόν ενιαία και σταθερή αντίληψη περί κοινωνικής συμπεριφοράς, καθώς και η εθελουσία  αποδοχή μεγάλου αριθμού κοινών αντιλήψεων ως αυτονοήτων εξασφαλίζει την ισχυροποίηση της ταυτότητας μιας ομάδας.

Η ισχυρή ταυτότητα είναι το στοιχείο που διατηρεί ανέπαφες τις μεθόδους αντιμετώπισης των κοινωνικών θεμάτων που έχουν δοκιμαστεί και επαληθευθεί μέσα από την πείρα πολλών γενεών και έχουν αποδειχθεί έμπρακτα επωφελείς για το σύνολο. Με αυτό το χαρακτηριστικό κάθε ομάδα με μεγάλη ιστορική συνέχεια, έχει την τάση να καθίσταται αυτοδύναμηαυτόνομη και αυτεξούσια καθώς ησυσσωρευτική δύναμη της πείρας των προγονικών γενεών λειτουργεί επ’ ωφελεία των νεωτέρωνμέσα από την σύνδεση μεταξύ τους. Τα χαρακτηριστικά αυτά, ενδυναμώνονται από την καλή γνώση της κοινής γλώσσας, της ιστορίας, των εθίμων και των παραδόσεων.

Αντίθετα απ’ ότι καλλιεργείται μέσα από τα ΜΜΕ σήμερα, το γεγονός αυτό ούτε απομονώνει μια τέτοια ομάδα, ούτε την αποκλείει από την εξέλιξη. Η πρόοδος επιτυγχάνεται πιο αποτελεσματικά μέσα από την συγκέντρωση νέων εμπειριών και επιρροών, οι οποίες δοκιμάζονται για την ωφέλεια τους με βάση την προηγούμενη εμπειρία και στη συνέχεια είτε αφομοιώνονται είτε απορρίπτονται.

Μόνες προϋποθέσεις είναι η ενότητα αυτή να μην επιβάλλεται βιαίως, αλλά να αποκτάται με βάση την ελεύθερη βούληση στην κανονική ροή του χρόνου, να κυριαρχεί ο ορθολογισμός και κυρίως να αναγνωρίζεται η τεράστια αξία της παιδείας, όπως γνωρίζουμε ότι συνέβαινε στην σκέψη των Αρχαίων Ελλήνων.

Για τους ίδιους λόγους και στο πολιτικό επίπεδο, ένα δημοκρατικό πολίτευμα δεν λειτουργεί αποτελεσματικά σε βίαια ή τεχνητά ομογενοποιημένα κράτη αλλά μόνο στα φυσιολογικά ομογενή, με βάση την κοινή αποδοχή, την γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα.

Όμως το μεγάλο όφελος της ισχυρής ταυτότητας των εθνοτήτων, αποτελεί ταυτόχρονα και έναν ισχυρότατο  ανασταλτικό παράγοντα για τον προγραμματισμό των εμπνευστών της ‘Nέας Tάξης Πραγμάτων’. Είναι αυτό ακριβώς το όφελος ένα πλεονέκτημα που δημιουργεί εμπόδιο στα σχέδια τους και γι’ αυτό το λόγο έχει μπει στο στόχαστρο των προωθητών των προσταγμάτων τους, μέσα σε κάθε εθνότητα και μέσα σε κάθε κοινωνικό σχηματισμό.

Ενιαία εθνική ταυτότητα σημαίνει απλά ισχυρή λαϊκή θέληση, ισχυρή φωνή και τέλος άμεση επιβολή αυτής της θέλησης μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Το αντίθετο σημαίνει την διάλυση των Εθνών και την δημιουργία μικρών τοπικών ομάδων που θα αντιπροσωπεύουν πρώην κραταιές και νυν εξαθλιωμένες  κοινωνικοθρησκευτικές ενότητες, ασύμβατες μεταξύ τους και διαιρημένες πλέον σε αντιμαχόμενα γκέτο.
Στρατόπεδα δηλαδή που θα αντιπροσωπεύονται από μικρές και ανίσχυρες κοινοβουλευτικές ομάδες, σχεδόν ανύπαρκτες σε σύγκριση με πανευρωπαϊκού μεγέθους «κοινοβούλια».
Σε μακροσκοπικό επίπεδο επίσης και με δεδομένους τους παραπάνω περιορισμούς, θα αφήνουν το πεδίο δράσης ελεύθερο σε ολιγάριθμες, κεντρικές ομάδες κυβερνώντων με ουσιαστικά απόλυτη εξουσία. Όσο μεγαλύτερη είναι η διάσπαση των Εθνών τόσο πιο ολιγομελές απαιτείται να είναι το κεντρικό όργανο αυτής της μορφής εξουσίας.

Επομένως «Διαίρει και βασίλευε» κατά το γνωστό ρητό και μάλιστα τα φαινόμενα δείχνουν ότι γίνεται μεγάλη προσπάθεια να εφαρμοστή με ακόμα πιο ‘προχωρημένη’ προοπτική. Δηλαδή : «όσα περισσότερα είναι τα κομμάτια στα οποία διαιρείς, τόσο αποτελεσματικότερα βασιλεύεις επί των διηρημένων».

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, για να επιτευχθή ένας τέτοιος μεγαλεπήβολος στόχος χρειάστηκε –μεταξύ πολλών άλλων- να εφευρεθή και ένας προσχηματικός όρος ο οποίος θα ακουγόταν ταυτόχρονα εγκληματικός και καταδικαστέος για να χρησιμοποιηθεί ενάντια στη διατήρηση κάθε μορφής εθνικής ενότητας.  Έτσι ανασύρθηκε από μια κατάσταση σχεδόν αχρηστίας όπου είχε περιπέσει, ο όρος ‘Pατσισμός’.

Αυτό που στην πραγματικότητα περιέγραφε ο όρος αρχικά, ήταν η κοινωνική συμπεριφορά, σύμφωνα με την οποία το άτομο κρινόταν με βάση την βιολογική του υπόσταση, δηλαδή την φυλή ή ‘ράτσα’ στην οποία ανήκε.

Όμως με την κατάργηση της πράγματι ρατσιστικής δουλείας στην Αμερική και την επακόλουθη άνοδο του μορφωτικού επιπέδου ο όρος αυτός δεν εξέφραζε παρά έναν πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων,  εγκλωβισμένων σε ιδεολογικά κατάλοιπα του παρελθόντος.
Προφανώς στη συνέχεια, οι ‘στρατευμένοι’ υπεργολάβοι του νεοταξικού ισοπεδωτισμού,  πήραν εντολή να αναβαθμίσουν τον όρο και να τον αξιοποιήσουν σε μια εκστρατεία κατά της εθνικής ταυτότητας των λαών με σαφή στόχο την διάσπαση και τον περιορισμό της συλλογικής τους δύναμης και συνεπώς τον επωφελέστερο για κάθε μορφή ολιγαρχίας έλεγχο τους.

Ανέλαβαν λοιπόν να διευρύνουν την έννοια του όρου, ενισχύοντας τον με χαρακτηριστικά που δεν είχε πριν. Πέρα από την αρχική, -αναμφισβήτητα κατακριτέα- αρνητική του έννοια της διάκρισης με βάση την φυλή ή το χρώμα του ατόμου, τον χρησιμοποίησαν για να αποδώσουν αρνητικότητα και σε κάθε άλλο χαρακτηριστικό διάκρισης μεταξύ των εθνών αλλά και μεταξύ των φύλων, των ατόμων, κλπ.

Οι προωθητές των  σχεδίων της Νέας Τάξης για να πετύχουν μια γενική απεθνικοποίηση των λαών, ακολουθούν κατ’ ουσία τις οδηγίες μιας άγραφης (για τον πολύ κόσμο) επιστήμης ελέγχου των μαζών, η οποία προσαρμόζεται, εμπλουτίζεται και κληρονομείται από πανάρχαιες εποχές και σήμερα συνήθως περιγράφεται με τον γενικό όρο ‘κοινωνική μηχανική’. Διοχετεύουν λοιπόν -όπως όλοι γνωρίζουμε πλέον-, μέσα από στρατιές έμμισθων και κάποιες φορές ακούσιων ‘δημοσιοεκφωνητών’, ‘τόνους’ κατευθυνόμενου υλικού μέσα από τα εξαρτημένα ΜΜΕ, με βάση το οποίο ‘χτίζουν’ τις αντιλήψεις των ανθρώπων σύμφωνα με τα συμφέροντα τους.

Ο Διεθνισμός, ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των αριστερών κομμάτων του κόσμου τροποποιήθηκε ιδεολογικά και έγινε αντικείμενο αισχρής εκμετάλλευσης, στην προσπάθεια να αξιοποιηθούν προς όφελος των οραματιστών της Νέας Τάξης ο ανθρωπισμός και οι ευαισθησίες των λαών. Όταν διατίθενται κολοσσιαίες οικονομικές δυνάμεις προς μια τέτοια κατεύθυνση, δεν είναι καθόλου δύσκολο ναμετατραπή η ιδέα της νομικής ισότητος που εμπεριέχεται στις διεθνιστικές αντιλήψεις και να ταυτιστή με την εθνική ομοιότητα .Κατά συνέπεια να μετατραπή σε όργανο ισοπέδωσης και προκρούστειας εξομοίωσης των πολιτισμών.

Με αιχμή του δόρατος την χρήση του όρου ‘ρατσισμός’, προσπαθούν να προσδώσουν αρνητικότητα όχι μόνο σε κάθε έννοια που συνοδεύει την λέξη ‘Έθνος, αλλά να δαιμονοποιήσουν ακόμα και τηνουδέτερη έννοια ‘διάκριση’ !! 

 Επιχειρούν να συνδέσουν κάθε αναφορά στο έθνος και κάθε αίτημα γιαεθνική ενότητα, δημιουργώντας φαιδρούς συνειρμούς όπως ‘νοσταλγοί του παρελθόντος’, ‘αδυναμία προσαρμογής σε νέα δεδομένα’, ‘ακροδεξιός φασισμός’ ‘αντιλήψεις που έχουν πεθάνει’ κλπ και βέβαια θα έκαναν ακόμα πολύ χειρότερα προκειμένου να εξουδετερώσουν αυτό που στην ουσία τους ενοχλεί : Tα πραγματικά, ουσιαστικά και χειροπιαστά οφέλη που συσσωρεύει η ισχυρή εθνική ταυτότητα σε οποιαδήποτε κοινωνία. 
Επίσης αρνητική έννοια προσπαθούν να δώσουν στην φιλοπατρία και την εθνική συνείδηση που εμπεριέχονται στις έννοιες ‘Εθνισμός’ και ‘Πατριωτισμός’, ταυτίζοντας τις έννοιες αυτές με ακραίες κομματικές οντότητες που σχηματίζουν εθνικιστικές ‘πολιτικές’ ομάδες με επικάλυψη ενός στείρου και διχαστικού ψευδοπατριωτισμού. Κάτι που δυστυχώς αντί να ωφελεί την πατρίδα, την διαχωρίζει σε πατριώτες και μη, ‘αντιπάλους’ και ‘ημετέρους’ με διαφορετική πορεία ο καθένας.

Ρατσιστές λοιπόν κατάντησε να αποκαλούν όλους όσους υποστηρίζουν την διατήρηση μιας στοιχειώδους ταυτότητας των εθνών, με σκοπό να μην εμποδίζεται ιδεολογικά η εδραίωση των παράνομα εισαγομένων. Αυτοί, επειδή ακριβώς έχουν εισαχθεί με σκοπό την αλλοίωση των τοπικών εθνοτήτων, προς το παρόν υποστηρίζονται  από τους υπεργολάβους των νεοταξιτών με κάθε δυνατό τρόπο !!.

Έτσι σήμερα, ο όρος ‘ρατσισμός’ χρησιμοποιείται περίτεχνα εκτός των άλλων και για να διαστρέψη κάθε είδους προφύλαξη που είναι δυνατόν να λάβουν -με νόμιμες ενέργειες-, οι πολίτες μέσα στην ίδια τους τη χώρα,  με σκοπό τη διάσωση και τη διατήρηση της ταυτότητας τους, έναντι των παράνομων ξένων πολιτισμικών ομάδων. 


Οι αποδέκτες της συστηματικής και -με όρους ΜΜΕ- «διακαναλικής» αυτής  μεθόδου επιβολής αντιλήψεων, δεν έχουν πολλές ελπίδες να προβάλλουν νοητική αντίσταση. Τουλάχιστον όχι όταν πρόκειται για μια τόσο περίτεχνη, πολυδιάστατη, οικονομικά ενισχυμένη και συντονισμένη επίθεση. Πολύ μάλιστα  λιγότερες ελπίδες θα υπάρχουν εάν δεν εκτιμηθεί όπως της αξίζει η παράδοση του Ελληνικού Ορθολογισμού και η καλή γνώση της αρχαιότατης νοητικής μας γλώσσης.

Οφείλουμε λοιπόν να διαχωρίσουμε με ορθολογική σκέψη την έννοια ‘ρατσισμός’ από το χαρακτηριστικό της που αφορά την φυλετική εχθρότητα και να την περιορίσουμε μόνο σε αυτό - που είναι όντως κατακριτέο.  Για κάθε άλλη νόμιμη ενέργεια για την προστασία της ταυτότητας μας, δεν θα πρέπη να γίνεται αποδεκτή καμιά υβριστική φρασεολογία που σκοπό έχει να εξαναγκάση τον Έλληνα να εξαργυρώση την ‘ρετσινιά’ του δήθεν  ‘ρατσιστή’ ή του δήθεν  ‘ξενοφοβικού’ που αναίτια του φορτώνουν, με την βολική για τους νεοταξιστές εφησυχαστική απάθεια και τον εγκλεισμό του σε έναν ‘ιδιωτικό’ γι αυτόν ‘κόσμο’.

Από την άλλη πλευρά, οι λαθρομετανάστες επίσης υφίστανται μια εξαναγκασμένη απόσπαση από την κοινωνική τους ομάδα.
Υφίστανται μία επιλεκτική εκδίωξη από τις χώρες τους,  σαφώς στοχευμένη λόγω του σκοπίμου οικονομικού στραγγαλισμού και των περιοχών τους.
Έχοντας λοιπόν ξενιτευτεί, αρχικά επιδεικνύουν μια θετική ή ουδέτερη συμπεριφορά, αναγκαστικά μέχρι να ξεπεράσουν το σοκ της αλλαγής.
Όμως, πολύ σύντομα λόγω της προσκόλλησης τους σε θρησκειακά ή άλλα στερεότυπα και επειδή τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους δεν είναι αφομοιώσιμα
με τα Ελληνικά,  καταλήγουν να ερμηνεύουν ως εχθρικό το περιβάλλον που τους φιλοξενεί,  το οποίο βλέπουν ως γεμάτο με συνήθειες ‘απίστων’.
Στη συνέχεια δικτυώνονται με προεγκατεστημένους ομοεθνείς τους και παρουσιάζουν μια σταθερά απομονωτική και εχθρική συμπεριφορά προς τους εντοπίους.
Αυτό συμβαίνει κατά κανόνα, ακόμα και όταν σε προσωπικό επίπεδο η συμπεριφορά τους εκδηλώνεται με μια συγκαλυμμένη συγκαταβατικότητα και μετριοπάθεια.

Η κατακραυγή του Ελληνικού λαού για την ασύμμετρη επίθεση που δέχεται μέσω της συντονισμένης αθρόας εισαγωγής λαθρομεταναστών, δυστυχώς δεν απεικονίζεται ανάλογα με την  έκταση και την δύναμη της και υποβαθμίζεται με κάθε πλάγιο και έμμεσο τρόπο από τα εξαρτημένα  ΜΜΕ, φερέφωνα των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων.

Δεν είναι όμως διαπραγματεύσιμο το να επιτρέψουμε  να επιβληθή στη μόρφωση των παιδιών μας μια προκρούστεια εξίσωση με τα ξένα που φέρουν εγγενή προβλήματα προσαρμογής στον δικό μας πολιτισμό και αυτό βέβαια όχι επειδή υποφέρουμε από κάποιο σύνδρομο ανωτερότητας όπως θα βόλευε τους προωθητές της πολιτισμικής ισοπέδωσης.

Είναι λόγω του ότι δικαιούμεθα να διατηρήσουμε ανέπαφη την σοφία των δικών μας προγόνων. Λόγω του ότι  επιθυμούμε να αξιοποιήσουμε την συσσωρευμένη γνώση που περιέχει η πολύτιμη παρακαταθήκη που άφησαν σε εμάς, χωρίς να αναγκαστούμε να την καταστρέψουμε απλουστεύοντας την ακόμα περισσότερο,  ώστε να καταστή αφομοιώσιμη από τρίτους που προορίζονται να μας υποκαταστήσουν. 

Οι ίδιοι οι λαθρομετανάστες -είτε χωρίς να το συνειδητοποιούν είτε επειδή δεν τους απασχολεί καν- αποκόπτονται και αυτοί σταδιακά από την χώρα τους και από την δική τους πολιτισμική παράδοση καθώς σύρονται βίαια στον ίδιο χωνευτήρι κατεστραμμένων πολιτισμών το οποίο οραματίζονται να κτίσουν οι κοινοί νεοταξικοί μας δυνάστες, οι οποίοι καλλιεργούν την αντιπαλότητα μεταξύ των λαών ψυχρά και μεθοδικά, μέσα από την αφύσικη και βίαια ανάμιξη τους.

Οι έμμισθοι γραφείς τους μάχονται ώστε να χαρακτηρισθούν ως ‘ρατσιστικά’ μια σειρά από αμυντικά κοινωνικά μέτρα τα οποία δεν στρέφονται εναντίον καμιάς φυλής, κανενός λαού και καμιάς θρησκείας συγκεκριμένα, άρα εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε η φύση τους να είναι ευνοϊκή για οποιεσδήποτε διακρίσεις.
Απλά αφορούν τον περιορισμό των οποιασδήποτε προέλευσης μεταναστών σε ποσοστιαία όρια που δεν θα επιτρέπουν την αλλοίωση της ταυτότητας μας ως λαού.

Ζούμε μέσα σε έναν χώρο τον οποίο κατέχουμε αδιάλειπτα εδώ και πάρα πολλές χιλιάδες χρόνια και θέλουμε να εξακολουθήσουμε να τον θεωρούμε δική μας πατρίδα και πατρίδα των δικών μας παιδιών.

Η απαίτηση αυτή δεν φωτογραφίζει το έθνος των Ελλήνων μεμονωμένα, αλλά αφορά και κάθε άλλο έθνος στον κόσμο που μάχεται ενάντια στις ίδιες ολιγαρχικές δυνάμεις για να διατηρήσει ζωντανή την ταυτότητα του. Δεν μπορεί λοιπόν κάτι τέτοιο να θεωρηθή -ούτε καν με μια  ευρύτερη ερμηνεία του όρου- ως ‘ρατσιστική’ ιδέα, τη στιγμή που για τους ίδιους λόγους η διατήρηση της γεωγραφικής και εθνικής ταυτότητας ευνοεί μακροπρόθεσμα όλους τους μετανάστες υπέρ των οποίων κάποιοι ανεγκέφαλοι υποκριτές κόπτονται αποκαλώντας τους ‘θύματα ρατσιστών’. Η πραγματικότητα δυστυχώς μας βεβαιώνει πως και αυτοί είναι θύματα της ίδιας νεοταξικής ισοπεδωτικής λαίλαπας που καταπίνει αδιάκριτα πολιτισμούς χιλιετιών. Παρεμπιπτόντως οι ίδιοι θα εξεδίωκαν οπιονδήποτε εισέβαλλε με την ίδια μέθοδο στην δική τους χώρα στηρίζοντας το παραπάνω σκεπτικό αλλά με πολύ πιο βίαιο τρόπο.

Για τους ελαχίστους λοιπόν που τους λείπουν πληροφορίες ή για αυτούς που θέλουν να διατηρούν ψευδαισθήσεις, πρέπει να τονισθή ότι οι σκοποί της Νέας Τάξης έχουν δηλωθεί με σαφή και απροκάλυπτο τρόπο και η  δράση της δεν είναι ούτε κρυφή ούτε δήθεν παρεξηγημένη. Απλά δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή μέσα στο βουητό της καθημερινότητος καθώς εκδηλώνεται σε τόσο απρόσωπη και γιγαντιαία κλίμακα που ο νους του ανθρώπου δυσκολεύεται να συλλάβη.

ΚΣ